Μελετώντας τον Πούτιν - Μανώλης Β. Βολουδάκης

Breaking

22/03/2014

Μελετώντας τον Πούτιν

Στο τεύχος Ιουλίου-Αυγούστου 2012, του περιοδικού Foreign Affairs που εκδίδεται από τον Αμερικανικό μη κερδοσκοπικό Οργανισμό Council on Foreign Relations (CFR), δημοσιεύθηκε ένα αρκετά ενδιαφέρον άρθρο που είναι ενδεικτικό του τρόπου που ""διαβάζουν" οι Αμερικανοί τον Ρώσο Πρόεδρο

Δεν ξέρω αν το είχε υπόψη του ο Henry Kissinger όταν στο πιο πρόσφατο άρθρο του έλεγε πως "η κατανόηση της Ρωσικής ιστορίας και ψυχολογίας δεν είναι τα δυνατά σημεία εκείνων που χαράζουν την πολιτική των Η.Π.Α.", αλλά εν μέρη το άρθρο τον δικαιώνει. 

Από την άλλη πλευρά, γίνονται αρκετά σωστές επισημάνσεις και επαληθεύεται το ρητό που λέει "κράτα τους φίλους σου κοντά και τους εχθρούς σου κοντύτερα".

Ο συγγραφέας του άρθρου είναι ο Joshua Yaffa ο οποίος είναι ανταποκριτής του "The Economist" στη Μόσχα. Στην περίληψη του άρθρου του, λέει τα εξής: 

"Τώρα που ο Πούτιν ανέλαβε και πάλι την εξουσία στη Ρωσία, είναι επιτακτικότερη παρά ποτέ η ανάγκη να τον κατανοήσουμε. Δύο βιβλία που εκδόθηκαν πρόσφατα επιχειρούν να διαλευκάνουν το μυστήριο Πούτιν, προσθέτουν μια καινούργια ματιά στη ζωή και τη διακυβέρνηση του Ρώσου ηγέτη. Όμως, προσπαθώντας να κατανοήσουν τον Πούτιν μέσα από την προσωπική του διαδρομή, χάνουν την ουσία: το κράτος που έχει οικοδομήσει".

On the morning of May 7, Vladimir Putin glided through the empty streets of Moscow in a dark limousine, his motorcade making its way toward the Kremlin for his inauguration as Russia's president. There were no supporters lining the streets, no hecklers, or even curious passersby, for that matter; the police, fearful of protests, had virtually quarantined the city. The picture was of a man isolated in the soothing, if illusory, cradle of supreme power. As Putin took the oath to become president, an office he first occupied more than 12 years ago, he said, with a somber face, that serving Russia was "the meaning of my whole life." 
Το πρωί της 7ης Μαΐου 2012, η μαύρη λιμουζίνα του Βλαντιμίρ Πούτιν γλίστρησε αθόρυβα μέσα στους άδειους δρόμους της Μόσχας. Η αυτοκινητοπομπή τον οδηγούσε στο Κρεμλίνο για την τελετή ανάληψης των καθηκόντων του ως προέδρου της Ρωσίας. Στα πεζοδρόμια δεν υπήρχαν υποστηρικτές, ούτε ενθουσιώδες πλήθος. Δεν υπήρχαν καν περίεργοι περαστικοί. Κι αυτό γιατί η αστυνομία, φοβούμενη διαμαρτυρίες, είχε ουσιαστικά θέσει την πόλη σε καραντίνα. Η εικόνα του ήταν ενός ανθρώπου απομονωμένου στο κατευναστικό, αν και απατηλό, λίκνο της ανώτατης εξουσίας. Μετά την ορκωμοσία του στο αξίωμα που για πρώτη φορά ανέλαβε πριν από 12 χρόνια, μίλησε με ύφος βαρύ για «το νόημα ολόκληρης της ζωής» του, που είναι να υπηρετεί τη Ρωσία.
During the Putin era, Russia has changed considerably. The country has doubled its GDP, paid off its foreign loans almost four years early, built up a one-party façade of democracy, deployed its energy resources as a means of coercive diplomacy, reasserted its regional influence, and fought a war against Georgia. 
Στη διάρκεια της εποχής του Πούτιν, η Ρωσία άλλαξε σημαντικά. Διπλασίασε το ΑΕΠ της, αποπλήρωσε σχεδόν τέσσερα χρόνια νωρίτερα τα εξωτερικά της δάνεια, οικοδόμησε μια μονοκομματική επίφαση δημοκρατίας, εκμεταλλεύθηκε τους ενεργειακούς της πόρους ως μέσο διπλωματίας καταναγκασμού, επαναβεβαίωσε την περιφερειακή επιρροή της και έκανε έναν πόλεμο κατά της Γεωργίας.
Yet Russia's antigovernment protests, which broke out last December, have challenged Putin like never before. For the first time, he could not claim that those who opposed him were a marginal, ineffectual force. And although he may have prevailed in the presidential election last March, the underlying factors behind the mass opposition to his rule -- namely, a rising middle class that increasingly demands political representation and respect -- will only grow. 
Όμως οι αντικυβερνητικές διαμαρτυρίες που ξέσπασαν τον περασμένο Δεκέμβριο στη χώρα, αποτέλεσαν μια χωρίς προηγούμενο αμφισβήτηση κατά του προσώπου του Πούτιν. Για πρώτη φορά, ο τελευταίος δεν θα μπορέσει να ισχυριστεί ότι αυτοί που τον αντιστρατεύονται είναι μια περιθωριακή, αναποτελεσματική δύναμη. Και παρά τη νίκη του στις προεδρικές εκλογές του περασμένου Μαρτίου, οι γενεσιουργοί παράγοντες της μαζικής αντιπολίτευσης κατά της ηγεμονίας του, κυρίως δε η ανερχόμενη μεσαία τάξη με τα αυξανόμενα αιτήματα για πολιτική εκπροσώπηση και σεβασμό, δεν μπορεί παρά να διογκώνονται.
With Putin again in command, understanding him is more important than ever, both for those inside Russia who seek to challenge his rule and for those abroad who must navigate relations with Moscow in his new term. What ultimately lies behind Putin's drive to consolidate power? Is it the need for control for its own sake, the assemblage of wealth and influence, the pursuit of wresting Russia back to greatness, or something else entirely? 
Με τον Πούτιν ξανά στο τιμόνι, είναι περισσότερο παρά ποτέ απαραίτητη η κατανόηση της προσωπικότητάς του, τόσο για όσους στο εσωτερικό της Ρωσίας θέλουν να αμφισβητήσουν την κυριαρχία του, αλλά και για όσους βρίσκονται στο εξωτερικό και θέλουν να χαράξουν κατευθύνσεις στις σχέσεις τους με τη Μόσχα κατά τη νέα προεδρική θητεία. Τι είναι, τελικά, αυτό που βρίσκεται πίσω από την πορεία του Πούτιν προς την παγίωση της εξουσίας του; Είναι η ανάγκη να κρατήσει τον απόλυτο έλεγχο για τον εαυτό του, είναι ο συγκερασμός πλούτου και επιρροής, είναι η επάνοδος της Ρωσίας στα παλιά μεγαλεία ή είναι κάτι εντελώς διαφορετικό;
Little is known about Putin's past and his fundamental nature, making the immediate answers to these questions hard to come by. Despite being one of the most theatrically visible world leaders -- shooting a tiger with a tranquilizer, say, or riding shirtless on a horse through the mountains -- Putin is in fact a mysterious figure. Two recent books on the Russian president, Angus Roxburgh's The Strongman and Masha Gessen's The Man Without a Face, attempt to fill this gap, drawing portraits of what is, ultimately, an unknowable subject. Both books marshal new and valuable details about Putin's life and rule. But in the end, any attempt to understand Putin by unraveling his personal story, rather than focusing on the state he built, is a bit like telling time by looking at the needle of a sundial instead of its plate: the necessary information is contained not in the object itself but in the shadow left behind. 
Λίγα είναι γνωστά για το παρελθόν και τη βασική δομή του χαρακτήρα του, με αποτέλεσμα να μη μπορούν να υπάρξουν άμεσες απαντήσεις στα προηγούμενα ερωτήματα. Αν και είναι ο ηγέτης που περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον προβάλλεται με θεατρικότητα, π.χ. πυροβολώντας μια τίγρη με σφαίρες αναισθητικού ή ιππεύοντας στα βουνά με γυμνό το στήθος, ο Πούτιν παραμένει ένα πρόσωπο μυστηριώδες. Το κενό προσπαθούν να καλύψουν δύο βιβλία που εκδόθηκαν πρόσφατα με θέμα τον Ρώσο πρόεδρο, το The Strongman του Άνγκους Ρόξμπουργκ και το The Man Without a Face της Μάσα Γκέσεν. Και τα δύο επιχειρούν να σκιαγραφήσουν το πορτραίτο ενός, εντέλει, άγνωστου θέματος. Και στα δύο βιβλία δίνονται νέα στοιχεία και πολύτιμες λεπτομέρειες σχετικά με τη ζωή και τη διακυβέρνηση του Πούτιν. Στο τέλος, όμως, κάθε απόπειρα να γίνει κατανοητός με τη διαλεύκανση σκοτεινών σημείων της προσωπικής διαδρομής του και όχι με επίκεντρο το κράτος που δημιούργησε, μοιάζει με προσπάθεια να δεις την ώρα σε ένα ηλιακό ρολόι, κοιτάζοντας τη βελόνα και όχι την πλάκα του: οι απαραίτητες πληροφορίες δεν βρίσκονται στο αντικείμενο καθεαυτό, αλλά στη σκιά που αυτό αφήνει πίσω του.


RUSSIA ON THE RISE
Η ΑΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΡΩΣΙΑΣ
By the end of his time in office, former Russian President Boris Yeltsin was in a state of political decay -- or, as Gessen writes, "a boxer gone blind, flailing in the ring, striking imaginary targets and missing real ones." Nearly ten years after the collapse of the Soviet Union, Russia, like Yeltsin, was weak and humiliated. Roxburgh, for his part, rightly criticizes the overbearing and ultimately counterproductive tone that Washington and its allies took toward Moscow throughout the 1990s, which reinforced Russian insecurity and would later help to justify the reactionary and standoffish strain in Russia's Putin-era foreign policy. "The West's handling of post-Soviet Russia," Roxburgh writes, "has been just about as insensitive as it could have been."
Στο τέλος της θητείας του, ο πρώην πρόεδρος της Ρωσίας, Μπορίς Γιέλτσιν, βρισκόταν σε κατάσταση πολιτικής αποσύνθεσης, ή -όπως γράφει η Γκέσεν- «ήταν σαν τυφλός παλαιστής που χτυπιέται στο ρινγκ, επιτιθέμενος κατά φανταστικών αντιπάλων και αστοχώντας κατά των πραγματικών». Σχεδόν δέκα χρόνια μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, η Ρωσία ήταν αδύναμη και ταπεινωμένη, όπως κι ο Γιέλτσιν. Ο Ρόξμπουργκ ασκεί δικαιολογημένη κριτική κατά του αυταρχικού και, εντέλει, απολύτως αντιπαραγωγικού πνεύματος που η Ουάσιγκτον και οι σύμμαχοί της παγίωσαν στις σχέσεις τους με τη Μόσχα καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990, γεγονός που ενίσχυσε τη ρωσική ανασφάλεια και που αργότερα θα αποτελούσε δικαιολογία για την αντιδραστική και απόμακρη στάση που επικράτησε στην εξωτερική πολιτική της Ρωσίας της εποχής Πούτιν. «Ο χειρισμός της μετασοβιετικής Ρωσίας από τη Δύση», γράφει ο Ρόξμπουργκ, «υπήρξε ανάλγητος στο έπακρο».
Putin was meant to rescue the country from that painful era. To the members of Yeltsin's inner circle, he seemed an honest, dependable figure and, most important, one without a threatening agenda or a power base of his own. This made him, as Gessen puts it, an "ideal" candidate to replace Yeltsin: "Putin, being apparently devoid of personality and personal interest, would be both malleable and disciplined." Everyone saw in him what he or she wanted: the loyal statist, the clean-cut, modernizing reformer, the sober and disciplined KGB man. 
Ο Πούτιν ήταν ο άνθρωπος που θα έβγαζε τη χώρα από εκείνη την οδυνηρή κατάσταση. Για τους ανθρώπους του περιβάλλοντος Γιέλτσιν, ο Πούτιν έδινε μια έντιμη και αξιόπιστη εικόνα και, κυρίως, ήταν πρόσωπο χωρίς απειλητική ατζέντα ή δική του εκλογική βάση. Αυτό τον έκανε, όπως λέει η Γκέσεν, «ιδανικό» υποψήφιο αντικαταστάτη του Γιέλτσιν: «Ο Πούτιν, φαινομενικά ένας άνθρωπος χωρίς προσωπικότητα και χωρίς ατομικό συμφέρον, θα ήταν εύπλαστος και ευπειθής». Ο καθένας είδε σ’ αυτόν αυτό που ήθελε να δει: τον αφοσιωμένο κρατιστή, τον ευπαρουσίαστο εκσυγχρονιστή μεταρ­ρυθμιστή, τον σοβαρό και πειθαρχημένο αξιωματούχο της KGB.
Yet those who anointed Putin scarcely knew him. And more than a decade of his rule has revealed little more. Gessen bases many of the details in her book on Putin's 2000 autobiography, First Person (written with the help of a team of journalists), an imperfect approach that yields some insights but has obvious limits. That portrait shows Putin as a man with a proud, almost protective fondness for his childhood reputation as a "postwar Leningrad thug" and a peculiar and covetous relationship with material possessions. (Gessen diagnoses him with pleonexia, the "desire to have what rightfully belongs to others," an intriguing but ultimately speculative claim.) 
Ωστόσο, εκείνοι που έχρισαν τον Πούτιν, τον γνώριζαν ελάχιστα. Ούτε η δεκαετής και πλέον διακυβέρνησή του αποκάλυψε κάτι περισσότερο. Η Γκέσεν στηρίζει πολλές από τις λεπτομέρειες του βιβλίου της στην αυτοβιογραφία του Πούτιν, που εκδόθηκε (με η συγγραφική βοήθεια ομάδας δημοσιογράφων) το 2000, με τίτλο First Person. Πρόκειται για μια ατελή προσέγγιση του θέματος, που ενδίδει σε κάποιες αποκαλύψεις αλλά με σαφή όρια. Είναι το πορτραίτο του Πούτιν ως άνδρα που διατηρεί μια περήφανη, σχεδόν προστατευτική, στοργή για τη φήμη του ως «νταή του μεταπολεμικού Λένινγκραντ» κατά τα νεανικά του χρόνια. Ο Πούτιν φαίνεται να έχει, επίσης, μια ιδιάζουσα σχέση λαιμαργίας με τα υλικά αγαθά. (Η Γκέσεν, με έναν ενδιαφέροντα αλλά υποθετικό ισχυρισμό, διαγιγνώσκει ότι ο Πούτιν πάσχει από πλεονεξία, δηλαδή τη λαχτάρα να αποκτά αυτό που δικαιωματικά ανήκει σε άλλους»).
Above all, Putin comes off as a man who, at every stage of his life and career, has had a respect for institutions, not ideology, and an obsession with the idea of one day controlling the real levers of power over those institutions. As he told his biographers for First Person, "I was most amazed by how a small force, a single person, really, can accomplish something an entire army cannot... A single intelligence officer could rule over the fates of thousands of people."
Πάνω απ’ όλα ο Πούτιν εμφανίζεται ως ο άνθρωπος που σε κάθε στάδιο της ζωής και της σταδιοδρομίας του διατηρούσε έναν σεβασμό προς τους θεσμούς, όχι ιδεολογία, και μια εμμονή με την ιδέα ότι μια μέρα θα μπορούσε να ελέγχει τους πραγματικούς μοχλούς εξουσίας, που βρίσκονται πίσω από τους θεσμούς. Όμως, ο ίδιος είπε στους βιογράφους του για το βιβλίο First Person, «πιο πολύ μου προκαλούσε κατάπληξη το πώς μια μικρή δύναμη, ένα μόνο άτομο, στην πράξη μπορεί να ολοκληρώσει ένα έργο στο οποίο έχει αποτύχει ένας ολόκληρος στρατός. ... Ένας και μόνος αξιωματικός των μυστικών υπηρεσιών θα μπορούσε να κυβερνήσει τη μοίρα χιλιάδων ανθρώπων».
As Putin gradually assembled that power during his early years in office, he ruled as something of an authoritarian modernizer. Guided by the economic advisers Alexei Kudrin and German Gref, he pushed through a number of new laws on land ownership, deregulation, and tax reform, which together lent a measure of predictability to the country's economy and paved the way for the years of growth that followed. Between 1999 and 2008, Russia's GDP grew seven percent per year, a higher rate than during Stalin's rapid industrialization. 
Καθώς ο Πούτιν σταδιακά συγκροτούσε αυτήν την εξουσία στα πρώτα χρόνια της θητείας του, η διακυβέρνησή του θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένα είδος αυταρχικού εκσυγχρονισμού. Με την καθοδήγηση των δύο οικονομικών συμβούλων του, Αλεξέι Κουντρίν και Γκέρμαν Γκρεφ, προώθησε την ψήφιση σειράς νόμων για την ιδιοκτησία γης, την απελευθέρωση των τιμών και τη φορολογική μεταρρύθμιση, που όλοι μαζί συνέστησαν το μέτρο προβλεψιμότητας για την οικονομία της χώρας και άνοιξαν τον δρόμο για τα χρόνια της ανάπτυξης που ακολούθησαν. Ανάμεσα στο 1999 και το 2008, το ΑΕΠ της Ρωσίας αυξήθηκε κατά 7% ετησίως, δηλαδή ποσοστό μεγαλύτερο από εκείνο που γνώρισε η χώρα στη διάρκεια της σταλινικής περιόδου με την ταχεία εκβιομηχάνιση.
Such economic growth surely has as much to do with profits from rising oil and gas prices as it does with Putin himself. But it would soon become inexorably linked to his presidency. In the early years, the enthusiasm for the country's turnaround was contagious, and it still lingers today. As Mikhail Kasyanov, a former prime minister who was fired by Putin in 2004 and would later join the opposition, tells Roxburgh, "It seemed to me that Vladimir Putin and I were allies, building -- maybe not without mistakes -- a democratic state with a market economy."
Αυτού του είδους η οικονομική ανάπτυξη σχετίζεται ασφαλώς με τα κέρδη από την άνοδο των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, αλλά και με τον ίδιον τον Πούτιν. Πολύ γρήγορα, όμως, η οικονομική ανάκαμψη συνδέθηκε άρρηκτα με την προεδρία Πούτιν. Στα πρώτα χρόνια, ο ενθουσιασμός για την ανάκαμψη της χώρας ήταν μεταδοτικός και ο απόηχος συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Όπως είπε στον Ρόξμπουργκ ο Μιχαήλ Κασιάνοφ, ο πρώην πρωθυπουργός που αποπέμφθηκε από τον Πούτιν το 2004 και στη συνέχεια στρατεύθηκε στην αντιπολίτευση, «είχα την αίσθηση ότι ο Πούτιν κι εγώ ήμαστε σύμμαχοι και ότι οικοδομούσαμε -όχι χωρίς λάθη- ένα δημοκρατικό κράτος με οικονομία της αγοράς».
Yet as his time as president wore on, Putin succumbed to the urges to consolidate control and purge potential rivals. Rising oil and gas prices soon flooded Russia with newfound wealth, providing him and his allies in the Kremlin with both confidence and an excuse to end reform. Thus followed the tightening of the screws: the arrest of Mikhail Khodorkovsky, the billionaire former head of the oil company Yukos; the cancellation of direct gubernatorial elections in the provinces; the raising of the threshold for political parties to make it into parliament; and so on. The resulting political order, to the extent that it could be rationalized, was dubbed "sovereign" or "managed" democracy by Vladislav Surkov, Putin's chief strategist (a figure conspicuously absent from Gessen's book). In sum, as Roxburgh puts it, Putin "believed that lack of central control lay at the heart of Russia's woes." And that is what he set out to fix.
Όμως, καθώς αργοκυλούσε η θητεία του ως προέδρου, ο Πούτιν υπέκυψε στην παρόρμηση να παγιώσει την εξουσία του και να απαλλαγεί από δυνητικούς αντιπάλους. Η άνοδος των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου σύντομα πλημμύρισαν τη Ρωσία με νεόκοπο πλούτο, περιβάλλοντας τον ίδιον και τους συμμάχους του στο Κρεμλίνο με εμπιστοσύνη αλλά και με κάθε δικαιολογία για λήξη της περιόδου των μεταρρυθμίσεων. Τότε άρχισαν να σφίγγουν τα λουριά: η σύλληψη του Μιχαήλ Χοντορκόφσκι, του πολυεκατομμυριούχου πρώην επικεφαλής της πετρελαϊκής εταιρείας Yukos, η κατάργηση των άμεσων εκλογών κυβερνητών στις επαρχίες, η καθιέρωση κατώτατου ορίου για την είσοδο κομμάτων στο κοινοβούλιο, κλπ. Η προκύψασα πολιτική τάξη, στον βαθμό που είναι δυνατόν να κατηγοριοποιηθεί, χαρακτηρίστηκε «ηγεμονική» ή «ελεγχόμενη» δημοκρατία από τον Βλαντισλάβ Σουρκόφ, τον υπεύθυνο στρατηγικού σχεδιασμού του Πούτιν (ένα πρόσωπο που επιδεικτικά απουσιάζει από τις σελίδες του βιβλίου της Γκέσεν). Εν ολίγοις, όπως αναφέρει ο Ρόξμπουργκ, ο Πούτιν «πίστευε ότι στην καρδιά της ρωσικής παθογένειας βρίσκεται η έλλειψη κεντρικού ελέγχου». Κι αυτό ακριβώς έβαλε ως στόχο να διορθώσει.


BOSS PUTIN
ΤΟ ΑΦΕΝΤΙΚΟ ΠΟΥΤΙΝ
To Putin and his fellow siloviki, former members of the security services who have risen to power during Putin's tenure, nothing happens by chance, and conspiracies are ever present. Thus, comically, Putin appears to genuinely believe that U.S. President George W. Bush personally ordered the firing of Dan Rather from CBS in 2006 and that the United States has purposefully exported low-quality chicken parts to Russia. More recently, and more seriously, Putin could not fathom that last winter's mass street protests were not an organized, ominous plot but the manifestation of middle-class anger against his rule. 
Για τον Πούτιν και τους πρώην συναδέλφους του των υπηρεσιών ασφαλείας, που απέκτησαν εξουσία στη διάρκεια της θητείας του, τίποτα δεν συμβαίνει τυχαία και οι συνωμοσίες είναι πανταχού παρούσες. Είναι κωμικό αλλά ο Πούτιν φαίνεται πράγματι να πιστεύει ότι ο Αμερικανός πρόεδρος Τζορτζ Μπους διέταξε ο ίδιος την απόλυση του Νταν Ράδερ από το CBS το 2006 και ότι οι ΗΠΑ επίτηδες εξήγαγαν στη Ρωσία κακής ποιότητας πουλερικά. Πιο πρόσφατα, και πιο σοβαρά, ο Πούτιν αδυνατεί να κατανοήσει ότι οι μαζικές διαδηλώσεις του περασμένου χειμώνα δεν ήταν μια οργανωμένη, δυσοίωνη σκευωρία, αλλά η εκδήλωση της οργής της μεσαίας τάξης κατά της διακυβέρνησής του.
In the most revealing section of The Strongman, Roxburgh heads to Russia as a consultant for Ketchum, the global public relations firm hired by the Kremlin in 2006 to manage its international image. Roxburgh portrays the high-level Russian officials with whom he dealt as a suspicious clique believing that everything and everyone can be manipulated, that a favorable op-ed in The Wall Street Journal surely must have a price, and that, as Roxburgh recalls, Ketchum should just "use [its] technologies to improve coverage." As he writes, "I had no idea what they meant." 
Το αποκαλυπτικό μέρος του βιβλίου The Strongman, βρίσκει τον Ρόξμπουργκ στη Ρωσία ως σύμβουλο της Ketchum, της διεθνούς εταιρείας δημοσίων σχέσεων, που το Κρεμλίνο προσέλαβε το 2006 για να διαχειριστεί την εικόνα του στο εξωτερικό. Αναφερόμενος στους υψηλά ιστάμενους Ρώσους αξιωματούχους με τους οποίους ήρθε σε επαφή, ο Ρόξμπουργκ τους παρουσιάζει σαν μια κλίκα φιλύποπτων ανθρώπων, οι οποίοι πιστεύουν ότι οι πάντες και τα πάντα είναι δυνατόν να χειραγωγηθούν, ότι ένα ευνοϊκό δημο­σίευμα στη Wall Street Journal έχει ασφαλώς μια τιμή, και ότι, όπως θυμάται ο Ρόξμπουργκ, η Ketchum θα πρέπει απλώς να «χρησιμοποιήσει το σύνολο των μέσων [της] για να βελτιώσει την κάλυψη». Όπως γράφει ο Ρόξμπουργκ, «δεν είχα ιδέα τι εννοούσαν».
Yet both Roxburgh and Gessen mistake Putin's obsession with absolute, efficient power for actual ownership of it. They each suggest that Putin has exercised almost omnipotent control over every moment of Russian political life during his reign. But this muddles how the state is actually organized. Putin's famed "vertical of power" is less a well-oiled totalitarian system than a kind of pact. In exchange for loyalty, often in the form of votes or other kinds of support for the federal government, officials down the bureaucratic chain, from regional governors to local police chiefs, can oversee their fiefdoms however they like, collecting rents while pocketing millions or allowing abuses to flourish. Chechnya, ruled by the current president, Ramzan Kadyrov, as a kind of microstate according to his own interpretations of sharia and Chechen tradition, offers the most extreme example of this arrangement. As Kadyrov told a Russian newspaper in 2009, "I am wholly Vladimir Putin's man. I shall never betray Putin; I shall never let him down. I swear by the Almighty: I would rather die 20 times."
Ωστόσο, τόσο ο Ρόξμπουργκ όσο και η Γκέσεν συγχέουν το πάθος του Πούτιν για απόλυτη, αποτελεσματική εξουσία με την αποκλειστική ιδιοκτησία της. Και οι δύο συγγραφείς υποστηρίζουν ότι ο Πούτιν έχει στη διάρκεια της βασιλείας του ασκήσει παντοδύναμο έλεγχο σχεδόν σε κάθε στιγμή της ρωσικής πολιτικής ζωής. Όμως, εδώ γίνεται μια σύγχυση με τον τρόπο οργάνωσης του κράτους. Η φημισμένη «κάθετη εξουσία» του Πούτιν δεν είναι τόσο ένα καλο­λαδωμένο αυταρχικό σύστημα, όσο ένα είδος σύμβασης. Σε αντάλλαγμα της αφοσίωσης, συχνά με τη μορφή της ψήφου ή με άλλες μορφές υποστήριξης της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, οι αξιωματούχοι της γραφειοκρατικά ιεραρχημένης αλυσίδας (από τους περιφερειακούς κυβερνήτες μέχρι τους τοπικούς αρχηγούς της αστυνομίας) μπορούν να διαφεντεύουν τα φέουδά τους όπως αυτοί νομίζουν, εισπράττοντας μισθώματα και βάζοντας στην τσέπη εκατομμύρια ή επιτρέποντας στις καταχρήσεις να ευδοκιμούν. Η Τσετσενία, υπό τον σημερινό πρόεδρό της Ραμζάν Καντίροφ, προσφέρει το πιο ακραίο παράδειγμα αυτής της σύμβασης ενός μικρο-κράτους, με τη δική του εκδοχή για τη σαρία και την τσετσενική παράδοση. Όπως δήλωσε ο Καντίροφ το 2009 σε ρωσική εφημερίδα, «είμαι ψυχή τε και σώματι ο άνθρωπος του Βλαντιμίρ Πούτιν. Δεν πρόκειται να τον προδώσω ποτέ. Δεν θα τον εγκαταλείψω. Ορκίζομαι στον Παντοδύναμο. Καλύτερα να πεθάνω είκοσι φορές».
In other words, Putin is the figurehead and clan boss of a system that could rightly be called Putinism -- but that does not mean that he oversees everything that happens in that closed system or that the system always functions according to his directives. Yet Gessen, in her outrage -- much of it justified, to be sure -- blames nearly every calamity of the last decade on Putin. For example, regarding the 2007 murder in London of Alexander Litvinenko, a former agent of the FSB, Russia's main internal security service, she writes, "The authorization for such an intervention had to have come from the president's office. In other words, Vladimir Putin ordered Alexander Litvinenko dead." 
Με άλλα λόγια, ο Πούτιν είναι τοτέμ και αρχηγός φυλής σε ένα σύστημα που δικαίως μπορεί να χαρακτηριστεί πουτινισμός, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι μέσα σ’ αυτό το κλειστό σύστημα ο ίδιος επιβλέπει τα πάντα ή ότι αυτό το σύστημα λειτουργεί πάντα σύμφωνα με τις δικές του κατευθυντήριες γραμμές. Ωστόσο η Γκέσεν, στο -ασφαλώς- εν μέρει δικαιολογημένο ξέσπασμά της, αποδίδει στον Πούτιν σχεδόν κάθε καταστροφή που συνέβη στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας. Για παράδειγμα, αναφερόμενη στη δολοφονία το 2007 στο Λονδίνο, του Αλεξάντρ Λιτβινένκο, του πρώην πράκτορα της FSB, της κεντρικής υπηρεσίας εσωτερικής ασφάλειας της Ρωσίας, γράφει: «η άδεια για μια τέτοια ενέργεια θα πρέπει να έχει εγκριθεί από το γραφείο του προέδρου. Με άλλα λόγια, ο Πούτιν διέταξε τη δολοφονία του Λιτβινένκο».
But such a statement, offered without much evidence, overstates Putin's level of control. Putin does not issue every order himself, nor do his underlings always follow the orders that he does issue. One of the most glaring examples of this disobedience came in 2004, during the Beslan school siege, in which terrorists from the North Caucasus held more than 1,000 people hostage for several days. As Andrei Soldatov and Irina Borogan reported in their 2010 book on Russia's security services, The New Nobility, early on, Putin ordered high-ranking officials from the FSB and other agencies to immediately fly to Beslan and take charge of the standoff. The officials did fly to Beslan, but they waited on the tarmac for 30 minutes and then departed for Moscow, not wanting to take responsibility and leaving the ultimately disastrous operation to be overseen by others. When a group of parents whose children were killed at the school confronted Putin about the incident, his reply was simple. "It happens," he said, explaining that too many generals get in the way of one another.
Μια τέτοια θέση, όμως, που κατατίθεται χωρίς επαρκή στοιχεία, υπερεκτιμά το επίπεδο ελέγχου του Πούτιν. Δεν είναι ο Πούτιν που εκδίδει κάθε διαταγή, ούτε οι υφιστάμενοί του εκτελούν πάντα τις διαταγές που εκδίδει. Ένα από τα πιο κραυγαλέα παραδείγματα αυτής της ανυπακοής συνέβη το 2004, στη διάρκεια της πολιορκίας του σχολικού συγκροτήματος στο Μπεσλάν, εντός του οποίου τρομοκράτες από τον βόρειο Καύκασο κρατούσαν για πολλές μέρες ομήρους περίπου χίλιους ανθρώπους. Όπως ανέφεραν το 2010 στο βιβλίο τους The New Nobility, με θέμα τις υπηρεσίες ασφαλείας της Ρωσίας, οι συγγραφείς Αντρέι Σολντάτοφ και η Ιρίνα Μπορόγκαν, ο Πούτιν από την αρχή είχε δώσει εντολή σε υψηλόβαθμους αξιωματούχους της FSB και άλλων υπηρεσιών, να σπεύσουν αμέσως στο Μπεσλάν και να αναλάβουν δράση για την άρση του αδιεξόδου. Τα στελέχη αυτά πήραν πράγματι το αεροπλάνο και πέταξαν για το Μπεσλάν. Εκεί, παρέμειναν για μισή ώρα στην πίστα του αεροδρομίου και κατόπιν αναχώρησαν και πάλι για τη Μόσχα. Δεν θέλησαν να αναλάβουν ευθύνες και προτίμησαν ν’ αφήσουν στα χέρια άλλων τη διεξαγωγή μιας επιχείρησης που αποδείχθηκε καταστροφική. Όταν μια ομάδα γονέων που έχασαν τα παιδιά τους στο σχολείο ήρθε σε αντιπαράθεση με τον Πούτιν σχετικά με τα συμβάντα, η απάντησή του ήταν απλή: «αυτά συμβαίνουν», είπε, εξηγώντας τι συμβαίνει όταν πολλοί στρατηγοί ανακατεύονται ο ένας στα χωράφια του άλλου.
Such confessions of powerlessness are rare, a potentially fatal admission of weakness to both potential rivals within the elite and perceived enemies in foreign capitals. Thus, Putin leaves officials at all levels of government near-total impunity to settle their own scores and promises to back them. Gleb Pavlovsky, a former close political adviser to Putin who left the Kremlin in acrimony after supporting the idea of a second term for Putin's protégé Dmitry Medvedev in the spring of 2011, told me that Putin sees himself as "the master of the farm -- he can get angry at someone, but he is forced to defend him." 
Τέτοιου είδους ομολογίες αδυναμίας είναι σπάνιες, καθώς μια τέτοια παραδοχή μπορεί να αποβεί μοιραία, καθώς καραδοκούν εσωτερικοί αντίπαλοι κρυμμένοι στους κύκλους της άρχουσας τάξης αλλά και εξωτερικοί αντίπαλοι στις ξένες πρωτεύουσες. Κατά συνέπεια, λοιπόν, ο Πούτιν αφήνει στους αξιωματούχους όλων των βαθμίδων της κρατικής δομής περιθώρια σχεδόν πλήρους ατιμωρησίας: οι μεν ρυθμίζουν οι ίδιοι τις επιδόσεις τους, ο δε ανταποδίδει στηρίζοντάς τους. Ο Γκλεμπ Παβλόφσκι, ένας πρώην στενός πολιτικός σύμβουλος του Πούτιν, ο οποίος εγκατέλειψε χολωμένος το Κρεμλίνο, αφού ανεπιτυχώς την άνοιξη του 2011 υποστήριξε την ιδέα μιας δεύτερης προεδρικής θητείας για τον προστατευόμενο του Πούτιν, Ντμίτρι Μεντβέντεφ, μου είπε ότι ο Πούτιν θεωρεί τον εαυτό του αρχηγό «που μπορεί να θυμώνει με κάποιον αλλά είναι υποχρεωμένος να τον υπερασπιστεί».
And so it is not that Putin did not order the death of Litvinenko. It is that he has created a system in which identifying the person who did so is impossible. All that matters is that whoever killed Litvinenko -- and, for that matter, the journalist Anna Politkovskaya; the politician Galina Starovoitova, whose murder opens Gessen's book; and scores of others over the last decade -- knows that the master of the farm will protect him. 
Κατόπιν αυτού, λοιπόν, δεν μπορούμε να πούμε ότι ο Πούτιν δεν ήταν εκείνος που διέταξε τη δολοφονία του Λιτβινένκο. Αυτό που μπορούμε να πούμε είναι ότι δημιούργησε ένα τέτοιο σύστημα, στο πλαίσιο του οποίου είναι σχεδόν αδύνατον να προσδιορίσεις ποιος το έκανε. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι όποιος κι αν σκότωσε τον Λιτβινένκο ή τη δημοσιογράφο Άννα Πολιτκόφσκαγια, την πολιτικό Γκαλίνα Σταροβόιτοβα (με τη δολοφονία της οποίας αρχίζει το βιβλίο της Γκέσεν) και άλλους στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, γνωρίζει ότι ο αρχηγός θα τον προστατεύσει.


RISKY BUSINESS
ΔΥΣΚΟΛΕΣ ΔΟΥΛΕΙΕΣ
Russia's profound economic and social transformation during Putin's tenure has created, for the first time in the country's post-Soviet history, a true middle class, largely comprised of educated urban professionals in Moscow and Russia's other millioniki, cities of more than one million people. A consumer class has come of age; Russia's market for cars, for example, is now larger than Germany's. As this population has grown and become more materially secure, it has begun to worry about its civic voice and come to believe that it would be better off under a more equitable system. Economic success and frequent interaction with the West, whether through work, travel, or the Internet, have bred a new social culture, complete with its own expectations for responsive and transparent governance. Yet for much of Putin's rule, this did not lead to direct involvement in politics; instead, this class was in a state of quiet rebellion, living in a distant, self-created world far from the state and politics in general. 
Ο βαθύς οικονομικός και κοινωνικός μετασχηματισμός που συντελέστηκε στη Ρωσία στη διάρκεια της θητείας του Πούτιν δημιούργησε, για πρώτη φορά στη μετασοβιετική ιστορία της χώρας, μια πραγματική μεσαία τάξη, την οποία σε μεγάλο βαθμό απαρτίζουν μορφωμένοι επαγγελματίες αστικών κέντρων, όπως η Μόσχα και άλλες πόλεις με πληθυσμό άνω του ενός εκατομμυρίου κατοίκων. Ωρίμασε, επίσης, μια ολόκληρη τάξη καταναλωτών. Για παράδειγμα, η αγορά αυτοκινήτου στη Ρωσία είναι αυτή τη στιγμή μεγαλύτερη από εκείνη της Γερμανίας. Αυτός ο κόσμος πλήθυνε και νιώθει πιο ασφαλής για την ευμάρειά του, αλλά είναι και ο ίδιος κόσμος που έχει αρχίσει να αρθρώνει πολιτικό λόγο και έχει καταλήξει να πιστεύει στην αξία ενός δικαιότερου συστήματος. Η οικονομική άνοδος αυτών των ανθρώπων και οι συχνότητα των επαφών τους με τη Δύση για λόγους εργασίας, αναψυχής ή μέσω διαδικτύου, δημιούργησαν μια νέα κοινωνική κουλτούρα, γεμάτη προσδοκίες για μια διακυβέρνηση με αποτελεσματικότητα και διαφάνεια. Ωστόσο, για ένα μεγάλο διάστημα της θητείας του Πούτιν, η κατάσταση αυτή δεν τους οδήγησε σε άμεση ανάμιξη στην πολιτική. Αντιθέτως, αυτή η νέα τάξη είχε εγκαθιδρύσει ένα καθεστώς ήρεμης εξέγερσης, ζώντας σε έναν απόμακρο, δικό της κόσμο, μακριά από το κράτος και την πολιτική γενικότερα.
Then, last year, two events shook it from its slumber: first, Putin's announcement in September that he, not Medvedev, would seek to return as president and, second, last December's parliamentary elections, which were marked by widespread evidence of falsification meant to boost the results of the pro-Kremlin party, United Russia. The sense of grievance and the feeling that, as one popular slogan of recent months goes, "It's not all the same to us" manifested themselves in mass protests that drew as many as 100,000 people to the center of Moscow. This was not a revolutionary movement -- after all, its upwardly mobile participants had too much to lose. But according to Lev Gudkov, a sociologist and head of the Levada Center, a respected independent polling agency, the demonstrations put forward a series of moral demands: about trust, honesty, and transparency in public life and politics. 
Και τότε, ξαφνικά πέρυσι, δύο γεγονότα ήρθαν να αφυπνίσουν αυτόν τον κόσμο από τον λήθαργο: πρώτον, η ανακοίνωση του Πούτιν ότι αυτός, και όχι ο Μεντβέντεφ, θα κατέβαινε ως υποψήφιος πρόεδρος και, δεύτερον, οι βουλευτικές εκλογές του περασμένου Δεκεμβρίου, οι οποίες στιγματίστηκαν από εκτεταμένες ενδείξεις νοθείας, που στόχο είχε να αυξήσει το ποσοστό επιτυχίας της Ενωμένης Ρωσίας, του φίλα προσκείμενου προς το Κρεμλίνο κόμματος. Το αίσθημα της αδικίας και η διάχυτη εντύπωση ότι, όπως τονίζει ένα δημοφιλές σύνθημα των τελευταίων μηνών, «Δεν είναι όλοι το ίδιο για μας», έδωσαν το έναυσμα για μαζικές διαμαρτυρίες που συγκέντρωσαν στο κέντρο της Μόσχας περισσότερους από 100.000 ανθρώπους. Δεν επρόκειτο για επαναστατικό κίνημα. Άλλωστε, οι κοινωνικά και οικονομικά ανερχόμενοι διαδηλωτές είχαν πολλά να χάσουν. Σύμφωνα, όμως, με τον κοινωνιολόγο Λεβ Γκουτκόφ, που είναι και επικεφαλής της Levada Center, μιας αξιοσέβαστης ανεξάρτητης εταιρείας δημοσκοπήσεων, οι διαδηλωτές πρόβαλαν μια σειρά ηθικών απαιτήσεων: εμπιστοσύνη, εντιμότητα και διαφάνεια στη δημόσια ζωή και στην πολιτική.
As these street demonstrations continue to sputter along, the protest movement has started working in smaller, quieter ways: for example, young, independent candidates are winning seats on municipal councils in Moscow, and teams of volunteer election monitors are traveling to monitor voting in cities around the country. The apathy and individualism of the Soviet era are fitfully giving way to civic consciousness. 
Κι ενώ αυτές οι διαδηλώσεις συνεχίζονται, το κίνημα διαμαρτυρίας έχει παράλληλα αρχίσει να δραστηριοποιείται με ενέργειες μικρότερης κλίμακας και πιο αθόρυβες: για παράδειγμα, νέοι και ανεξάρτητοι υποψήφιοι αναδεικνύονται σε εκλογές για τα δημοτικά συμβούλια στη Μόσχα, και ομάδες εθελοντών ταξιδεύουν σε διάφορες πόλεις της χώρας για να εποπτεύσουν τη διεξαγωγή τοπικών εκλογικών αναμετρήσεων. Η απάθεια και ο ατομισμός της σοβιετικής εποχής δίνουν σπασμωδικά τη θέση τους στην κοινωνική συνειδητοποίηση.
Yet for all that Russia has changed in recent months, Putin has largely remained the same. Now, as always, he relies on a mixture of masculinity, straight talk, and crass humor, while stoking two fears that have long found social resonance: of the chaos and weakness of the 1990s and of a Russia encircled by foreign enemies. His first reaction to the protests last December was to blame them on U.S. Secretary of State Hillary Clinton. Then, he compared the white ribbons of the demonstrators to condoms. "Putin is continuing to joke in the old way," Pavlovsky told me. 
Εξαιτίας όλων των ανωτέρω, η Ρωσία φαίνεται να έχει αλλάξει τους τελευταίους μήνες, αλλά ο Πούτιν έχει μείνει ο ίδιος. Και τώρα, όπως και πριν, θα βασιστεί στο ιδιότυπο μίγμα αρρενωπότητας, σταράτης κουβέντας και χοντροκομμένου χιούμορ, και θα τροφοδοτεί τους δύο μεγάλους φόβους που ανέκαθεν είχαν απήχηση στην κοινωνία: την ανάμνηση του χάους και της αδυναμίας της δεκαετίας του 1990, καθώς και την απειλή εχθρών από το εξωτερικό. Η πρώτη του αντίδραση για τις ταραχές του περασμένου Δεκεμβρίου ήταν να τις αποδώσει στην Αμερικανίδα υπουργό Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον. Ύστερα παρομοίασε τις λευκές κορδέλες των διαδηλωτών με προφυλακτικά. «Ο Πούτιν συνεχίζει να λέει παλιομοδίτικα αστεία», μου είπε ο Παβλόφσκι.
But those old jokes are becoming less and less effective. For starters, the country's sizable urban professional class, having reached a certain level of economic security, is concerned with democratic values and respect. Unlike, for example, in Mubarak-era Egypt, the demands for change are not rooted in economic despair. As such, Putin can no longer rely on his image as the irreplaceable guarantor of stability and growth. In fact, recent surveys show that the more wealthy an adult man in Moscow is, the more likely he is to support the idea of antigovernment protest. In other words, and in contrast to in other authoritarian states, in Russia material wealth does not cause a person to be co-opted by the system; it is starting to turn a person against it. Economic independence from the state, which those with relatively high-earning jobs have, breeds a desire for political independence.
Όμως, αυτά τα ξεπερασμένα αστεία έχουν όλο και λιγότερη απήχηση. Καταρχάς, η ευμεγέθης τάξη των ανθρώπων με αστικά επαγγέλματα, έχοντας φθάσει σε ένα συγκεκριμένο επίπεδο οικονομικής ασφάλειας, ενδιαφέρονται πλέον για τις δημοκρατικές αξίες και τον σεβασμό. Σε αντίθεση, για παράδειγμα, με την Αίγυπτο της εποχής Μουμπάρακ, τα αιτήματα για αλλαγή δεν εκπορεύονται από την οικονομική απόγνωση. Ως εκ τούτου, ο Πούτιν δεν μπορεί πλέον να βασίζεται στην εικόνα του ως αναντικατάστατου εγγυητή της σταθερότητας και της ανάπτυξης. Στην πραγματικότητα, οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις απο­καλύ­πτουν ότι όσο πιο ευκατάστατος είναι σήμερα ένας ενήλικας άνδρας στη Μόσχα, τόσο πιο πιθανό είναι να τάσσεται υπέρ της ιδέας των αντικυβερνητικών διαδηλώσεων. Με άλλα λόγια, και σε αντίθεση με αυτό που συμβαίνει σε άλλα αυταρχικά κράτη, στη Ρωσία ο υλικός πλούτος δεν οδήγησε τους ανθρώπους σε αφομοίωση προς το σύστημα. Αντιθέτως, στρέφει το άτομο εναντίον αυτού του συστήματος. Η οικονομική ανεξαρτησία από το κράτος, την οποία απολαμβάνουν κυρίως εκείνοι που ασκούν σχετικά προσοδοφόρα επαγγέλματα, τροφοδοτεί την ανάγκη για πολιτική ανεξαρτησία.
This dynamic perhaps explains why by the end of the campaign season in February and March, Putin sought to stir up a kind of Russian class-based politics. As he saw it, he was the leader of rural and industrial Russia, defending the country from those unnamed forces that want, as he said in a campaign speech, "to interfere in our affairs, to force their will on us." In this speech and others, Putin has tried to link in the public consciousness the country's middle-class protestors to enemies abroad that would wish Russia ill. On the night of his victory, he told the employees of a tank factory, "You put in their places those people who went one step too far and insulted the working man." The real "Russian people," he went on to say, are "the worker and the engineer." 
Η δυναμική αυτή ερμηνεύει -ίσως- το γιατί προς το τέλος της προεκλογικής περιόδου, τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο, ο Πούτιν επεδίωξε να δημιουργήσει ένα είδος ρωσικής ταξικής πολιτικής. Προβλήθηκε ως ηγέτης της αγροτικής και βιομηχανικής Ρωσίας, ως υπερασπιστής της χώρας από εκείνες τις ακατονόμαστες δυνάμεις που θέλουν, όπως είπε σε μια προεκλογική ομιλία του, «να παρεμβαίνουν στις υποθέσεις μας, να επιβάλλουν τη βούλησή τους πάνω μας». Σ’ αυτόν και σε άλλους προεκλογικούς του λόγους, ο Πούτιν επιχείρησε να συνδέσει στη συνείδηση του κοινού τους διαδηλωτές της μεσαίας τάξης με εχθρούς από το εξωτερικό, που θέλουν να δουν τη Ρωσία να νοσεί. Τη νύχτα της εκλογικής του νίκης, είπε στους εργαζόμενους ενός εργοστασίου: «Βάλατε στη θέση τους εκείνους που προχώρησαν πολύ μακριά και προσέβαλαν τον εργαζόμενο άνθρωπο». Ο πραγματικός «ρωσικός λαός», συνέχισε, είναι «ο εργάτης και ο επιστήμονας».
In the short term, Putin's strategy of pitting the working class against the middle class and the countryside against the cities has worked. But that may change. For years, in the smaller cities and provinces, dissatisfaction with the government and the broader status quo never translated into animosity toward Putin himself. But now, as Mikhail Dmitriev, president of the Center for Strategic Research in Moscow, argues, that cognitive dissonance is weakening. Many of the same trends in the cities are working their way through the provinces: rising standards of living are leading to rising expectations, and local grievances, whether about poor infrastructure or particularly corrupt officials, are gaining national resonance, with discontent being directed back toward Moscow. According to Dmitriev, attitudes in the regions are sharpening against Putin, making the provinces the "key to the resolution of Russia's political future." 
Η στρατηγική του Πούτιν να δημιουργήσει μέτωπο ανάμεσα στην εργατική και τη μεσαία τάξη, ανάμεσα στην επαρχία και τις πόλεις, βραχυπρόθεσμα έπιασε τόπο. Αυτό, όμως, μπορεί ν’ αλλάξει. Εδώ και χρόνια, στις μικρότερες πόλεις και επαρχίες, η δυσαρέσκεια απέναντι στην κυβέρνηση και την ευρύτερη καθεστηκυία τάξη, ποτέ δεν μεταφράστηκε σε εχθρότητα απέναντι στον ίδιον τον Πούτιν. Όμως τώρα, ο Μιχαήλ Ντμίτριεφ, ο πρόεδρος του Κέντρου Στρατηγικών Ερευνών της Μόσχας, υποστηρίζει ότι αυτή η παραφωνία εξασθενεί. Πολλές από τις τάσεις που είναι γνωστές στις πόλεις εμφανίζονται τώρα και στην επαρχία: η άνοδος του επιπέδου ζωής οδηγεί σε αύξηση των προσδοκιών και τα τοπικά παράπονα, είτε για τις κακές υποδομές ή κυρίως για διαφθορά αξιωματούχων, αποκτούν απήχηση εθνικής εμβέλειας και η δυσαρέσκεια έχει αποδέκτη τη Μόσχα. Σύμφωνα με τον Ντμίτριεφ, το θερμόμετρο στις περιφέρειες ανεβαίνει κατά του Πούτιν, καθιστώντας την επαρχία «κλειδί για την έκβαση του πολιτικού μέλλοντος της Ρωσίας».
Indeed, with the direct election of governors returning this fall, albeit with strong controls on who can run, the first murmurings of actual political change are likely to come not from Moscow but from one regional capital at a time. Opposition mayors have already come to power in Yaroslavl and Tolyatti, with more elections scheduled for this summer and fall. As the ruling party, United Russia, continues to lose popular support, and new political figures emerge in cities and regions, Putin may confront local politicians who are more popular than he is. 
Πράγματι, καθώς αυτό το φθινόπωρο επανέρχονται οι άμεσες εκλογές κυβερνητών, και μολονότι έχουν γίνει αυστηροί έλεγχοι σχετικά με τη νομιμότητα των υποψηφιοτήτων, οι πρώτες γκρίνιες για ουσιαστική πολιτική μεταρρύθμιση είναι πιθανό να προέλθουν όχι από τη Μόσχα αλλά από κάθε μια περιφερειακή πρωτεύουσα. Ήδη, αντιπολιτευόμενοι δήμαρχοι έχουν αναλάβει τα καθήκοντά τους στο Γιαροσλάβ και το Τολιάτι, ενώ κι άλλες τοπικές εκλογές προγραμματίζονται γι’ αυτό το καλοκαίρι και το φθινόπωρο. Καθώς το κυβερνών κόμμα, η «Ενωμένη Ρωσία», εξακολουθεί να χάνει τη λαϊκή στήριξη, ενώ παράλληλα αναδύονται νέα πολιτικά πρόσωπα στις πόλεις και τις περιφέρειες, ο Πούτιν ενδέχεται να έρθει αντιμέτωπος με τοπικούς πολιτικούς που είναι πιο δημοφιλείς από τον ίδιον.
Such a predicament could soon mirror that faced by Mikhail Gorbachev toward the end of the Soviet Union, when he was surrounded by leaders of Soviet republics, Yeltsin among them, who, although technically subordinate, enjoyed greater popular legitimacy among the local population. Such a scenario would not lead to the fracturing of Russia, as it did to the Soviet Union. But it could change the entire incentive structure for local politicians, with those governors seeking to retain their popularity having to think as much about local demands as demands coming from the Kremlin. So far, candidates for regional office in the Putin era have been chosen for their demonstrated loyalty to Putin alone. But if real politics continue to develop in the regions, and politicians there become even minimally answerable to local voters, that calculus will change -- with unforeseeable results for Putin's hold on power. 
Μια τέτοια δυσχερής κατάσταση μπορεί σύντομα να εξελιχθεί σε εμπειρία ανάλογη με εκείνη που βίωσε ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ προς το τέλος της Σοβιετικής Ένωσης, όταν βρέθηκε κυκλωμένος από ηγέτες των σοβιετικών δημοκρατιών, του Γιέλτσιν περιλαμβανομένου, οι οποίοι, αν και τυπικά υποδεέστεροι, απολάμβαναν μεγαλύτερης λαϊκής νομιμοποίησης στους ντόπιους πληθυσμούς. Ένα τέτοιο σενάριο δεν πρόκειται σήμερα να οδηγήσει σε διάσπαση της Ρωσίας, όπως συνέβη με τη Σοβιετική Ένωση. Μπορεί, όμως, να μεταβάλει ολόκληρο το πλέγμα κινήτρων για τους τοπικούς πολιτικούς, καθώς εκείνοι οι κυβερνήτες που θα θέλουν να διατηρήσουν τη δημοτικότητά τους, θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη και τα τοπικά αιτήματα κοντά στις απαιτήσεις που θα προβάλει το Κρεμλίνο. Μέχρι στιγμής, στα χρόνια του Πούτιν οι υποψήφιοι για τις περιφέρειες επιλέγονταν με αποκλειστικό γνώμονα την αποδεδειγμένη πίστη τους στον Πούτιν. Όμως, αν συνεχιστεί η τάση ανάπτυξης ουσιαστικής πολιτικής στις περιφέρειες και αν οι πολιτικοί εκεί θεωρήσουν τους εαυτούς τους έστω και κατ’ ελάχιστον υπόλογους στους κατά τόπους ψηφοφόρους, η ισορροπία μπορεί ν’ αλλάξει, με απρόβλεπτες συνέπειες για τη διατήρηση του Πούτιν στην εξουσία.


HOLLOWED OUT
ΠΟΥΤΙΝΙΣΜΟΣ
The Putin system, although influenced by would-be modernizing autocrats from Russian history, such as Pyotr Stolypin, the tsarist prime minister, and Yuri Andropov, the KGB chief and short-lived Soviet general secretary, is ultimately unique to Putin's time. It does not, as Gessen writes, represent "the transformation of Russia back into the U.S.S.R." Putinism has survived because, unlike the Soviet Union, it largely leaves its citizens alone. They are provided an array of freedoms as consumers and career-minded professionals; from cheap furniture at IKEA to vacations abroad, many of the trappings of middle-class European life are available, and for those with ambition and talent, Moscow can be a tremendous place to make a career. Choice is everywhere -- except when it relates to politics. And by design, there are no refuseniks in Putin's Russia: anyone unhappy with this arrangement can leave at any time. In effect, Putinism is something much more crafty and postmodern than the lumbering, stifling control enforced by the Soviet state. 
Το σύστημα Πούτιν, αν και επηρεασμένο από πάλαι ποτέ επίδοξους εκσυγχρονιστές ηγέτες της ρωσικής ιστορίας, όπως ο Πιοτρ Στολύπιν, τσαρικός πρωθυπουργός, και ο Γιούρι Αντρόποφ, αρχηγός της KGB και βραχύβιος γενικός γραμματέας της ΕΣΣΔ, είναι εντέλει αποκλειστικότητα της εποχής Πούτιν. Δεν μεταφράζεται, όπως γράφει η Γκέσεν, σε «μετασχηματισμό της Ρωσίας σε κοινωνία σοβιετικού τύπου». Ο πουτινισμός επιβίωσε επειδή, σε αντίθεση με τη Σοβιετική Ένωση, αφήνει -σε γενικές γραμμές- τους πολίτες στην ησυχία τους. Τους παρέχει μια σειρά ελευθεριών ως καταναλωτών και επαγγελματιών που δίνουν έμφαση στην καριέρα τους. Από τα φτηνά έπιπλα του IKEA μέχρι τις διακοπές στο εξωτερικό, έχουν στη διάθεσή τους πολλά από τα εξωτερικά γνωρίσματα της ζωής των Ευρωπαίων της μεσαίας τάξης, ενώ για όσους έχουν φιλοδοξία και ταλέντο, η Μόσχα μπορεί ν’ αποδειχθεί θαυμάσιο μέρος για να σταδιοδρομήσει κανείς. Οι επιλογές είναι πάρα πολλές, εκτός αν έχουν να κάνουν με την πολιτική. Και από πρόθεση, δεν υπάρχουν ρεφουζένικ (άνθρωποι που τους στερείται το δικαίωμα εξόδου από τη χώρα) στη Ρωσία του Πούτιν: όποιος είναι δυστυχής με αυτήν τη διευθέτηση, μπορεί ανά πάσα στιγμή να εγκαταλείψει τη χώρα. Στην ουσία, ο πουτινισμός είναι κάτι πολύ πιο πανούργο και μεταμοντέρνο από τον άγαρμπο και ασφυκτικό έλεγχο που είχε επιβάλει το σοβιετικό κράτος.
That said, Gessen, at the close of her book, wisely notes that Putinism, unlike communism, represents not a coherent worldview but rather a governing architecture built around preserving stability and, thus, power. Unlike in Soviet times, when official propaganda could attempt to rationalize certain privations, Putinism offers little for Russian citizens to believe in, no sense of mission to justify sacrifice or even discomfort. This will present two problems for Putin in the coming years. First, in the event of a new global economic crisis or a fall in oil prices, there will be little willingness to endure any loss of material well-being. And second, new political figures and movements would not, in Gessen's words, need to "overcome the force of an ingrained ideology" to present themselves as workable alternatives.
Στο τέλος του βιβλίου της η Γκέσεν σοφά σημειώνει ότι ο πουτινισμός, σε αντίθεση με τον κομμουνισμό, δεν αποτελεί μια συνεκτική κοσμοθεωρία, αλλά μάλλον μια κυβερνητική δομή γύρω από τον άξονα διατήρησης της σταθερότητας και, κατά συνέπεια, της εξουσίας. Σε αντίθεση με τη σοβιετική περίοδο, όταν η επίσημη προπαγάνδα επιχειρούσε να αιτιολογήσει ορισμένες στερήσεις, ο πουτινισμός δεν προσφέρει στους Ρώσους πολίτες πολλά για να πιστέψουν, ούτε τους παρέχει μια αίσθηση αποστολής ώστε να δικαιολογούν τις θυσίες ή, έστω, τη δυσφορία τους. Αυτό θα δημιουργήσει δύο προβλήματα στον Πούτιν μέσα στα επόμενα χρόνια. Πρώτον, σε περίπτωση μιας νέας παγκόσμιας οικονομικής κρίσης ή μιας πτώσης των τιμών του πετρελαίου, ο λαός δεν θα είναι πρόθυμος να υπομείνει υποχώρηση στην υλική ευμάρεια. Και δεύτερον, τα νέα πολιτικά πρόσωπα και κινήματα, όπως λέει η Γκέσεν, δεν θα χρειαστεί «να υπερνικήσουν τη δύναμη μιας ριζωμένης ιδεολογίας» για να προβληθούν ως αξιόπιστες εναλλακτικές λύσεις.
For now, economic growth is modest but steady, and the Russian budget will likely remain stable, staving off any dramatic domestic shocks. But Putin has provided no indication of what direction, if any, he plans to move the country in. In formulating their vision for Russia, Putin and those close to him may look admiringly at China, with its phenomenal economic growth and its unmoving, one-party control. But unlike in Russia, the governing order in China is more powerful, and more prized, than any one individual. Putin is thus in danger of creating something closer to a Central Asian autocracy, in which a self-described "national leader" doesn't so much defend the system as becomes it. Vladislav Inozemtsev, an economist and director of the Center for Post-Industrial Studies, told me that this puts Russia in the unique category of being a "financially stable, nondeveloping country."
Προς το παρόν, η οικονομική ανάπτυξη είναι μέτρια, αλλά σταθερή και ο ρωσικός προϋπολογισμός θα παραμείνει μάλλον στα ίδια επίπεδα, αποτρέποντας οποιονδήποτε δραματικό εσωτερικό κραδασμό. Όμως, ο Πούτιν δεν έχει αφήσει να φανεί καμία ένδειξη ως προς την κατεύθυνση προς την οποία σκοπεύει να οδηγήσει τη χώρα. Διαμορφώνοντας το όραμά τους για τη Ρωσία, ο Πούτιν και ο κύκλος του μπορεί να τρέφουν θαυμασμό για την Κίνα, με την εκπληκτική οικονομική της ανάπτυξη και την ακλόνητη μονοκομματική εξουσία. Σε αντίθεση, όμως, με τη Ρωσία, στην Κίνα η διοικητική ιεραρχία είναι πιο ισχυρή και πιο αξιοσέβαστη από οποιοδήποτε πρόσωπο. Έτσι, λοιπόν, ο Πούτιν διατρέχει τον κίνδυνο να κατασκευάσει κάτι που να μοιάζει με ένα απολυταρχικό καθεστώς της Κεντρικής Ασίας, στο πλαίσιο του οποίου ο αυτοαποκαλούμενος «εθνικός ηγέτης» δεν είναι απλώς υπερασπιστής του συστήματος αλλά ο ίδιος είναι το σύστημα. Ο Βλαντισλάβ Ινοζέμτσεφ, οικονομολόγος και διευθυντής του Κέντρου Μεταβιομηχανικών Σπουδών, μου είπε ότι αυτό τοποθετεί τη Ρωσία στη μοναδική κατηγορία μιας χώρας «οικονομικά σταθερής, αλλά μη αναπτυσσόμενης».
That may keep Putin secure for a time, but it offers few hopeful long-term prospects. Having constructed the fundamental architecture of stability from the weak foundation of the 1990s, Putin appears unsure what to do with the building he has created, other than see it continue to stand. How long it will continue to do so depends on Putin's ability to adapt his vision of the state to a changed Russia. The throne may feel familiar, but the kingdom is brand-new.
Αυτό μπορεί να διατηρήσει για ένα διάστημα ασφαλή τον Πούτιν, αλλά μακροπρόθεσμα δεν προσφέρει παρά ελάχιστες ελπιδοφόρες προοπτικές. Έχοντας χτίσει τη βασική δομή της σταθερότητας πάνω στα αδύναμα θεμέλια της δεκαετίας του 1990, ο Πούτιν φαίνεται να μην έχει αποφασίσει πώς θα διαχειριστεί το οικοδόμημά του, εκτός από το να το παρατηρεί αν είναι σταθερό. Για πόσο θα συνεχίζει αυτήν την τακτική; Αυτό εξαρτάται από την ικανότητα του Πούτιν να προσαρμόσει το όραμά του για το κράτος σε μια Ρωσία που έχει αλλάξει. Ο θρόνος μπορεί να του είναι γνώριμος, αλλά το βασίλειο είναι εντελώς διαφορετικό.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου