«Η κατάρρευση της Δύσης». Αυτός θα μπορούσε να είναι ο εναλλακτικός τίτλος της έκθεσης που παρουσίασε στο Βερολίνο ο Ulrich Schneider, πρόεδρος της «Paritätische Gesamtverband», της ομοσπονδίας στην οποία συμμετέχουν 10.000 οργανώσεις κοινωνικής αρωγής αλλά και του τομέα της υγείας.
Στην έκθεση που τιτλοφορείται «Die zerklüftete Republik» (Η τραχιά Δημοκρατία) καταγράφεται το υψηλότερο ποσοστό φτώχειας «στην ιστορία» μετά την επανένωση της Γερμανίας το 1990, καθώς αυξήθηκε από το 15% που ήταν το 2012 στο 15,5% το 2013 κάτι που μεταφράζεται σε 12,1 εκατομμύρια ανθρώπους το 2012 και 12,5 εκατομμύρια το 2013 στο σύνολο ενός πληθυσμού 80 εκατομμυρίων κατοίκων. Οι οργανώσεις κοινωνικής αρωγής στην Γερμανία κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου: «Ποτέ άλλοτε η φτώχεια δεν ήταν τόσο διευρυμένη στη Γερμανία, ποτέ άλλοτε ο διαχωρισμός μεταξύ των ομόσπονδων κρατιδίων δεν ήταν τόσο βαθύς».
Μονογονεϊκές οικογένειες, συνταξιούχοι και πολλοί ανήλικοι πλήττονται ως επί το πλείστον, υπογραμμίζεται στην έκθεση, που εξηγεί ότι το 43% των μονογονεϊκών οικογενειών και σχεδόν το 60% των ανέργων έχει καταγραφεί ότι ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας έχοντας κατά μέσο όρο εισοδήματα μικρότερα από το 60% του μέσου εισοδήματος στη Γερμανία.
Ο Schneider επέμεινε ιδίως στην περίπτωση των συνταξιούχων που έχουν πληγεί «από το 2006 από την πλέον ραγδαία άνοδο της φτώχειας» καταγγέλλοντας επιπλέον την «πλήρη αποσύνδεση» μεταξύ των θετικών αποτελεσμάτων που καταγράφει η Γερμανική οικονομία και της ανόδου της φτώχειας στην χώρα. «Το χάσμα μεταξύ των πιο πλούσιων κρατιδίων με τα φτωχότερα κρατίδια μεγεθύνεται όλο και περισσότερο» τονίζεται χαρακτηριστικά. Μήπως σας θυμίζει την Ελληνική ιστορία του "πρωτογενούς πλεονάσματος";
Σύμφωνα με την έκθεση η κατάσταση επιδεινώθηκε στα 13 από τα 16 κρατίδια: Η Βρέμη και το Βερολίνο, όπως και το Μεκλεμβούργο-Δυτική Πομερανία, στη βόρεια Γερμανία, είναι τα κρατίδια που έχουν εκτεθεί περισσότερο στην φτώχεια. Αντιθέτως, η Βαυαρία (νότια) και η Βάδη-Βυρτεμβέργη (νοτιοδυτικά) είναι τα κρατίδια που έχουν πληγεί λιγότερο. Στο Αμβούργο (βόρεια) και σε πολλές περιοχές της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας (δυτικά) τα ποσοστά της φτώχειας καταγράφουν μεγάλη άνοδο, ενώ τα ποσοστά αυτά παραμένουν σταθερά, ή παρουσιάζουν μικρή πτώση, στη Σαξονία- Άνχαλτ (κεντρικά), το Βρανδεμβούργο και τη Σαξονία (ανατολικά).
Η «Paritätische Gesamtverband» απευθύνει έκκληση προκειμένου να αυξηθεί το ύψος των κοινωνικών επιδομάτων, όπως και τα προγράμματα αρωγής των μακροχρόνια ανέργων και των μητέρων με μονογονεϊκές οικογένειες.
Αυτή την πραγματικότητα η Γερμανία προσπαθεί απεγνωσμένα να επιβάλλει σε ολόκληρη την Ευρώπη! Μια οικονομία όπου ευημερούν οι αριθμοί και δυστυχούν οι άνθρωποι, είναι το μοντέλο που το Δ' Reich προσπαθεί απεγνωσμένα να επιβάλλει αρχικά στην ευρωζώνη και εν συνεχεία στην υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση. Πως είναι δυνατόν ακόμα να υπάρχουν Έλληνες που να πιστεύουν πως η Γερμανία ή η Ευρώπη μπορεί να "σώσει" την Ελλάδα; Το μόνο που μπορούν να πετύχουν -και εν μέρει το έχουν καταφέρει- είναι να εξαθλιώσουν ακόμα περισσότερο τον Ελληνικό λαό που δοκιμάζεται πολύ σκληρά την τελευταία πενταετία.
Η λύση για την Ελλάδα μας είναι η άμεση αποχώρηση από την ευρωζώνη και την Ε.Ε. Όσο πιο γρήγορα, τόσο το καλύτερο. Η Γερμανία και η Ευρώπη δίνουν τον υπέρ πάντων αγώνα για να κρατηθεί η χώρα μας στην Ένωση, κάτι που συμφέρει άπαντες πλην Ελλάδος. Η Ευρώπη σήμερα βιώνει τα επίχειρα της κακίας της και προσπαθεί να καταστήσει κοινωνούς και συνενόχους όσο το δυνατόν πιο πολλά έθνη. Ότι κι αν έχει σκοπό να πράξει η Ευρώπη, η Ελλάδα πρέπει να μείνει αμέτοχη και το συντομότερο δυνατό να απεμπλακεί εντελώς και δια παντός από τις συνέπειες της άστοχης και ανόητης Δυτικής πολιτικής.
Η δεύτερη πολιτική κίνηση της συγκυβέρνησης του Καμμένου Σύριζα καταγράφηκε ως ένας απροσδιόριστης λογικής και αμφιβόλου αξίας συμβιβασμός. Μετά την αστικό-κατεστημένη υποψηφιότητα για το πρόσωπο του ανώτερου πολιτειακού άρχοντα σύρθηκε σε μια ευκαιριακή και πρόσκαιρη σύμβαση ως μια εν δυνάμει δανειακή δυνατότητα με τους ευρωπαίους εταίρους. Mε όρους ευρω-αντίληψης και αποτίμησης των οικονομικών και πολιτικών γεγονότων και με την προϋπόθεση αποδοχής της νομιμότητας του ελληνικού χρέους η σημερινή προ-συμφωνία αποτελεί ή δεν αποτελεί σαφώς μια παράλογη οπισθοχώρηση σε σχέση με το πρόγραμμα της προηγούμενης συγκυβέρνησης? Μια σχετικά νηφάλια αντίληψη των περιστάσεων θα απαιτούσε ή όχι μια διορθωτική αναπροσαρμογή της ακολουθούμενης πολιτικής προς την κατεύθυνση της αναζήτησης ευρωπαϊκής λύσης ακόμα κι αν θεωρούνταν κυβίστηση ή επιτέλους μια ουσιαστική διαφοροποίηση ως προς τα ζητούμενα αυτής της διαπραγμάτευσης? Επί του πρακτέου πετυχαίνει τέσσερις πολυπόθητους μήνες ως πίστωση χρόνου για να αποδείξουν πως κατέχει τους υψιπετής οικονομικούς νόες που θα ανατρέψουν το νόμο της οικονομικής βαρύτητας στον οποίο υπόκειται η διαλυμένη ελληνική οικονομία. Προκειμένου για όλα αυτά προϋποτίθεται κατάθεση κι εν συνεχεία έγκριση του μεταρρυθμιστικού προγράμματος και προοδευτικά έλεγχος της αποδοτικότητας με σταδιακή αξιολόγηση των δημοσιονομικών επιτευγμάτων. Την ίδια στιγμή που πολλοί επαίοντες γνωμοδοτούν ακόμη σχετικά και με την αναγκαιότητα ύπαρξης ενός τρίτου προγράμματος διάσωσης η συγκυβέρνηση με έναν υπέρλογο τρόπο συνδυάζει τα αλλότρια. Ενώ προσφέρει αφειδώς πλήρη αναγνώριση των αξιολογικών κριτηρίων αλλά και των μηχανισμών ελέγχου της Ε.Ε. και του Δ.Ν.Τ. παράλληλα παρατηρεί τον εαυτό της να προβαίνει σε αντίρροπα οικονομικά μέτρα. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της επιζητά μια ευελιξία κινήσεων για να αποδείξει ότι διαθέτει τη μεγαλοφυία να συνδυάσει αναχρονιστικό κρατισμό με ανάπτυξη και παροχές με δημοσιονομική και χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Αν όλα αυτά τα ανέλπιστα εκπληρωθούν δεδομένων του παγώματος των αποκρατικοποιήσεων και της ευρύτητας των κρατικών ανταποδόσεων, τότε θα διατεθούν κάποια περιβόητα κονδύλια τον Απρίλιο με γνωμοδότηση του σχετικού μηχανισμού χρηματοδοτικής σταθερότητας. Αν η προηγούμενη συγκυβέρνηση απαιτούσε ένα αιμάτινο πρωτογενές πλεόνασμα από τον ελληνικό λαό με την υπερφορολόγηση ως προαπαιτούμενο για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών η τωρινή θα ακολουθήσει έναν άλλο δρόμο. Επειδή λοιπόν προφανώς κι έχει βαθειά επίγνωση της αδυναμίας στην οποία βρίσκεται μια υπερχρεωμένη χώρα να αντισταθεί στην παγκόσμια ύφεση ενώ δεν παράγει παρά ελάχιστα και παράλληλα προβαίνει σε κοινωνικές παροχές, πως καλείται να ανταποκριθεί σε ασφυκτικές οικονομικές δεσμεύσεις αξιολόγησης? Παρά τη σημαντικότητα των καιρών και των χρόνων η ελληνική ηγεσία μοιάζει να παλινδρομεί ανάμεσα σε συνθήματα και συνθηκολόγηση. Μήπως η τρίτη πολιτική κίνηση της συγκυβέρνησης είναι να αποπειραθεί να εκμεταλλευθεί: α. ένα επικοινωνιακά ένα παρωχημένο κλίμα διπλωματικής επιτυχίας β. κάποιες πολυδιαφημισμένες παροχές, γ. ίσως και τη λειτουργία ενός αποδοτικού φοροδοτικού μηχανισμού προκειμένου τελικά να εγκαθιδρύσει έναν άλλο οργανισμό μέσα στο ορθόδοξο ελληνικό κράτος? Αυτεξούσιος
ΑπάντησηΔιαγραφή