Τελικά σε επίπεδο «γεγονότων» οι δυνάμεις που εκφράζουν το μπλοκ της επιρροής των δυτικών συμφερόντων υπερισχύουν. Θεσμικά ο Γιαννούκοβιτς έχει απολέσει σχεδόν το σύνολο της δύναμής του, διορίστηκε καινούργιος γενικός εισαγγελέας στην χώρα, επανήλθε σε ισχύ το σύνταγμα που ίσχυε το 2004, και έτσι ο εκάστοτε πρόεδρος θα μπορεί να διορίζει μόνο δύο από τα 28 μέλη του υπουργικού συμβουλίου. Το Κίεβο σε επιχειρησιακό επίπεδο έχει παραδοθεί ανεξέλεγκτα πλέον στις μιλίτσιες και τις παραστρατιωτικές ομάδες του νέο-ναζιστικού κόμματος Σβομπόντα.
Το τραγικό με αυτά που συμβαίνουν στην Ουκρανία είναι ότι όλοι μα όλοι οι πολιτικοί σχηματισμοί της συνδέουν την ύπαρξή τους με την άσκηση επιρροής της Γερμανίας, της Ε.Ε., των ΗΠΑ αλλά και της Ρωσίας. Δηλαδή βλέπουν την επικράτησή τους στο εσωτερικό της χώρας μέσω της διασφαλίζουσας πρόσδεσής τους με μία από τις τέσσερις αυτές δυνάμεις. Και αυτή η πρόσδεσή τους εκφράζει ουσιαστικά ένα “deal” στο μοίρασμα της εξουσίας σε τοπικές “ελίτ” που το μόνο που διαπράττουν είναι η νομή και λεηλασία των φυσικών πόρων της χώρας και από την άλλη στις οικονομικές “ενέσεις” που εξασφαλίζουν την εν γένει εξάρτηση της χώρας από τον ξένο και κυρίως δυτικό παράγοντα.
Πρέπει να τονισθεί, ότι ο Ουκρανικός εθνικισμός δεν είχε ποτέ αποκρυσταλλωθεί σε σχηματισμό κράτους. Πάντοτε από την μακρά περίοδο της Τσαρικής κυριαρχίας η μείζων περιοχή της Ουκρανίας υπαγόταν στην δικαιοδοσία της Ρωσίας. Δεν είναι τυχαίο που πρώτοι οι Σοβιετικοί έδωσαν την δυνατότητα να σχηματισθεί η αντίστοιχη Σοσιαλιστική Σοβιετική Δημοκρατία με πρωτεύουσα το Κίεβο. Δηλ. οι πρώτες οργανωμένες κρατικές δομές που σχηματίστηκαν στην περιοχή οφείλουν την απαρχή τους στους Σοβιετικούς κάτι που πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπ’ όψη.
Στις δυτικές περιοχές της Ουκρανίας κυριαρχούσε πάντοτε η δύναμη της ροπής του “βλέμματος” προς δυσμάς. Πολιτιστικά είχε προηγηθεί μια σειρά από δραστηριότητες που συντελούσαν στο να γίνει πραγματικότητα αυτή προδιάθεση για επιλεκτικές φιλίες με την Δύση. Στις περιοχές αυτές είχαν εγκατασταθεί από την εποχή της Αυστρο-ουγγρικής Αυτοκρατορίας πρωσικές κοινότητες που ήσαν καθαρά προτεσταντικές και από την άλλη το “ροκάνισμα” των ντόπιων Ορθοδόξων γινόταν μέσω της διείσδυσης της Ουνιτικής δραστηριότητας.
Δεν είναι τυχαίο ότι κατά το θέρος του 1941 όταν οι Γερμανοί εισέβαλλαν στην τότε ΕΣΣΔ, αντιμετωπίστηκαν από τους κατοίκους του Λβοφ και άλλων πόλεων της Δυτικής Ουκρανίας, ως λυτρωτές από την Ρωσική “σκλαβιά“. Μάλιστα σχημάτισαν αποκλειστικά μια μεραρχία των Βάφεν Ες Ες που συστρατεύθηκε στις μετέπειτα μάχες του Ανατολικού Μετώπου κατά της ΕΣΣΔ. Από την άλλη στην ήδη κατειλημμένη επικράτεια από τους Γερμανούς πολλοί ήταν οι συνεργάτες τους που προέρχονταν από τους αντι-Ρώσους Ουκρανούς των δυτικών περιοχών. Πίστευαν ότι η Ρωσική κηδεμονία και προστασία αποτελούσε τον κύριο εχθρό στην σύσταση του ανεξάρτητου Ουκρανικού κράτους.
Μετά την διάλυση της ΕΣΣΔ και πάλι οι περισσότερες υπό ανεξαρτησία τελούσες χώρες που προέρχονταν από αυτήν (που αρχικά συναποτελούσαν την Κοινοπολιτεία Ανεξαρτήτων Κρατών) , προσέτρεχαν στην οικονομική βοήθεια αλλά και στην διοικητική και οργανωτική στήριξη της Ρωσίας. Αυτό δημιουργούσε ένα “προηγούμενο”. ‘Ένα “προηγούμενο” ισχύος που ήταν ένας καθοριστικός παράγοντας που ενδυνάμωνε γεωπολιτικά τις όμορες «ασπίδες» έναντι των διασπαστικών επιθέσεων του δυτικού παράγοντα στην μείζονα περιοχή στο νότιο υπογάστριο της Ρωσίας. Μια σειρά από αποσχιστικές δραστηριότητες άρχισαν να λαμβάνουν χώρα, υποδαυλιζόμενες είτε από τους Τσετσένους αυτονομιστές, είτε από εθνικίζοντες τοπάρχες που έπαιζαν το παιχνίδι του οικονομικού εισοδισμού της Δύσης στην ταραγμένη αυτή ζώνη. Το ΝΑΤΟ, οι Αμερικανοί δεν μπορούν να χωνέψουν ακόμη το στραπάτσο που εισέπραξε η φιλική προς αυτούς Γεωργιανή κυβέρνηση τον Αύγουστο του 2008.
Υπάρχει ένα ιστορικό προηγούμενο αποτυχιών και ηττών που έχουν εισπράξει οι Δυτικοί λόγω του επεμβατισμού τους στην Ρωσία. Το 1812 ο Ναπολέων με την επίφοβη στρατιά του γνώρισε πραγματικό αφανισμό. Το 1856 οι Άγγλοι και οι Γάλλοι, το Βασίλειο της Σαρδηνίας και οι Οθωμανοί παρά τις αρχικές τους φιλοδοξίες στον πόλεμο της Κριμαίας ουσιαστικά απέτυχαν στον αντικειμενικό τους σκοπό που ήταν η επιβολή της θέλησής τους στον Τσάρο. Το 1918-1922 στον πόλεμο κατά της νεοπαγούς σοβιετικής εξουσίας και πάλι οι συνασπισμένες στρατιωτικές δυνάμεις των δυτικών που είχαν εισβάλλει στην Ρωσία ηττήθηκαν κατά κράτος και γνώρισαν ολοσχερή ήττα. Στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο η εισβολή στην Ρωσία των Γερμανών παρά την θυελλώδη προέλασή του εντός έξι μηνών μέχρι τα περίχωρα της Μόσχας, συνοδεύθηκε από πλήρη ανατροπή που οδήγησε σε καταφανή επικράτηση των Ρώσων με εκπληκτικές νίκες στο Στάλιγκραντ, στο Κουρσκ, στο Χάρκοβο κλπ.
Βλέπουμε λοιπόν ότι σε καθαρά επιχειρησιακό επίπεδο , στο στρατιωτικό πεδίο διαρκών και επίπονων πολέμων, η Ρωσία έχει να παρουσιάσει το γεωπολιτικό της βάθος, τον χρόνο ανασύνταξης, την κουλτούρα υπομονής , αλλά και την αίσθηση της πολιτιστικής της οντότητας. Αυτά είναι τα κύρια εμπόδια στα οποία προσκρούουν οι επίμονες προσπάθειες των Δυτικών να διεισδύσουν στην ευρύτερη περιοχή. Πρέπει όμως να σημειώσουμε ότι τόσο το ΝΑΤΟ, όσο και οι ΗΠΑ κυρίως μα και οι ακολουθούντες Ευρωπαίοι, αρχίζουν εδώ και καρό και υιοθετούν νέες πιο “ έμμεσου “ τύπου εμπλοκές. Είναι οι διαμεσολαβημένες και εξ αποστάσεως εμπλοκές. Το μεν ΝΑΤΟ και οι Αμερικανοί, στοχεύουν στην επιχειρησιακή στρατιωτική σύνδεση στις “συμμαχικές” δομές τους, των πρώην δορυφόρων της ΕΣΣΔ αλλά και των χωρών που προέρχονται από αυτήν. Οι δε Ευρωπαίοι κυρίως οι Γερμανοί στοχεύουν στον οικονομικό εισοδισμό. Θέλουν πρωταρχικά και οι δυο μορφές του δυτικού επεμβατισμού να εξασφαλίσουν και πολιτική ατμόσφαιρα κατάλληλη πρώτα , και μετά να διαμορφώσουν το κλίμα του οικονομικού επεμβατισμού τους. Σε αυτό βεβαίως υποβοηθούνται και από τις αβελτηρίες και τις λάθος κινήσεις του Γιαννούκοβιτς που αποδείχτηκε “ολιγοβαρής” έναντι των απαιτήσεων των ιστορικών συγκυριών. Προς το παρόν φαίνεται ότι κερδίζουν οι Αμερικανοί και οι Ευρωπαίοι το παιχνίδι. Έχω όμως την αίσθηση ότι ο χρόνος και το γεωπολιτικό βάθος της Ρωσίας (που είναι και γεωπολιτικό δυναμικό συνάμα), καθώς και η βεβαιότητα που στηρίζεται στην πνευματική ομογένεια και ακτινοβολία της Ορθοδοξίας, θα αναδειχθούν τελικώς ως ο παράγων που θα κατισχύσει και θα επικρατήσει.
(*) Ο Βασίλης Μακρής, εκτός από πολύ καλός φίλος, είναι μεταλλειολόγος, απόφοιτος του ΕΜΠ με μεταπτυχιακές σπουδές στην Γαλλία στον τομέα της Εργονομίας. Συνειδητά ενεργός πολίτης, με έντονη πολιτική δραστηριότητα που ξεκινάει από το 1973 στα γεγονότα του Πολυτεχνείου. Είναι μέλος της Κεντρικής Επιτροπής, της πολιτικής Παρατάξεως "ΚΟΙΝΩΝΙΑ"::Συνεχιστές του Καποδίστρια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου